- Ταργκούμ
- Αραμαϊκή λέξη που σημαίνει μετάφραση. Με τον όρο Τ. χαρακτηρίζουν οι νεότεροι θεολόγοι τις παραφράσεις της Παλαιάς Διαθήκης, που έγιναν μετά τον εξαραμαϊσμό της εβραϊκής γλώσσας. Στην αρχή οι παραφράσεις αυτές γίνονταν τμηματικά και προφορικά στις συναγωγές. Αργότερα έγιναν γραπτές. Μία από αυτές ήταν του Γαμαλιήλ, δάσκαλου του Παύλου. Τα Τ. που σώθηκαν μέχρι σήμερα χρονολογούνται από τον 3o αι. μ.Χ. και μετά. Τα σπουδαιότερα είναι του Ουγκέλου, του Γιερουσαλμί ή Ψευδοϊωανάθαν, του Γιερουσαλμί B’, του Γιερουσαλμί Γ’ και το Τ. που είναι γνωστό με την ονομασία Σαμαρειτικό.
Dictionary of Greek. 2013.